28 Δεκεμβρίου 2009

ΤΟ ΑΣΤΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ


Σύμφωνα με μία κοινή πεποίθηση των σοφών των αρχαίων λαών και τις δοξασίες των πρώτων χριστιανικών χρόνων, οι ψυχές των όντων σε αυτήν, την εδώ κάτω ζωή, κατήλθαν από κάποιο μακρινό νοητό τόπο, αφού πρώτα διέσχισαν τον ουράνιο θόλο. Η κάθοδος των ψυχών στα σώματα συνδυάζεται συνήθως με την αναμενόμενη ανοδική επιστροφή σε εκείνον τον υπερουράνιο τόπο καταγωγής, είτε στη μετά θάνατον ζωή, είτε χάρη σε κάποιες εκστατικές εμπειρίες.

Για τον νεοπλατωνικό φιλόσοφο Πλωτίνο, που έζησε τον 3ο αι. μ.X., η κάθοδος και η άνοδος της ψυχής εντάσσεται στο σύστημά του και απορρέει από αυτό. Ο Πλωτίνος χρησιμοποίησε τις μυστηριακές δοξασίες των θρησκειών της εποχής του, που μιλούσαν για την ψυχανωδία, δηλ. το ανοδικό ταξίδι της ψυχής. Στο έργο του, που ο μαθητής του Πορφύριος ονόμασε Ἐννεάδες χωρίζοντάς το σε 6 βιβλία των 9 πραγματειών το καθένα [1], η ιδέα της πτήσης συνδυάζεται τόσο με τη μυστική εμπειρία, όσο και με την οντολογική του θεωρία. Για τον Πλωτίνο, αλλά και για τους μεταγενέστερους νεοπλατωνικούς – τουλάχιστον σε γενικές γραμμές, διότι μετά τον Πλωτίνο προσθέτουν ιεραρχικά επίπεδα και οντότητες - ο κόσμος αποτελείται από τρεις υποστάσεις, το Εν ή το Αγαθό, το Νου και την Ψυχή. Με βάση την κάθετη απορροή από το πάνω προς τα κάτω, στην ιεραρχία των υποστάσεων αυτών, παράγεται η ύλη διαμέσου των διαμορφωτικών αρχών ή λόγων. Ακολουθώντας την αντίστροφη πορεία, ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να ανέλθει με την ψυχή του στην Καθολική Ψυχή και κατόπιν στο Νου, πριν του επιτραπεί η θέα του Ενός ή Αγαθού. Η πορεία της ψυχής προς τον νοητό κόσμο προϋποθέτει, ωστόσο, την αστρική πτήση, δηλ. τη διαδικασία της ανάβασης [2].

Τώρα το αστρολογικό και αστρονομικό κοσμοείδωλο στην ύστερη αρχαιότητα, προϋπέθετε τους επτά πλανήτες να περιστρέφονται γύρω από τη γη στον ουρανό (Σελήνη, Ερμής, Αφροδίτη, Ήλιος, Άρης, Ζευς, Κρόνος), άλλοτε σύμφωνα με την «Αιγυπτιακή» και άλλοτε σύμφωνα με τη «Χαλδαϊκή» (και Πτολεμαϊκή) τάξη (με τον Ερμή και την Αφροδίτη πάνω από τον Ήλιο και κάτω από τον Ήλιο αντίστοιχα). Η αστρολογική αυτή εικόνα συνδέθηκε με την ελληνική αστρονομία για να αποκτήσει ένα επιστημονικό περίβλημα. Μέσα σε αυτό το αρχαίο κοσμοείδωλο θεμελιώνεται και το σχήμα των μετενσαρκώσεων της ψυχής, η οποία μεταβαίνει από τον ουρανό δια των πλανητικών σφαιρών στη γη, για να ανέλθει ξανά πίσω στη συνέχεια από τον ίδιο δρόμο.

Μακρινή κοιτίδα του ανθρώπου λοιπόν, είναι τα έμψυχα άστρα μακριά από τη γη. Ο ίδιος ο άνθρωπος ως μικρόκοσμος είναι φτιαγμένος κατά το πρότυπο του μακρόκοσμου. Ο Πρόκλος γράφει: «Και πρέπει να εξετάσει κανείς τον άνθρωπο σε βάθος, όπως πράξαμε για τον κόσμο, διότι είναι και αυτός ένας κόσμος σε μικρογραφία. Διότι έχει όπως το σύμπαν, μία νόηση, ένα λόγο, ένα θεϊκό σώμα, ένα θνητό σώμα και οι διαιρέσεις του είναι ανάλογες με εκείνες του Παντός» [3]. Στη συνέχεια ο Πρόκλος αντιστοιχεί τον άνθρωπο με τον κόσμο: νοητικό μέρος-Κρόνος, πολιτικόν-Δίας, θυμοειδές-Αρης, φωνητικόν-Ερμής, επιθυμητικόν-Αφροδίτη, αισθητικόν –Ήλιος, αυγοειδές σχήμα-Ουρανός εν γένει, θνητό σώμα-υποσελήνιος κόσμος.

Ήδη στο μεταφυσικό σύστημα του Ιάμβλιχου δεν υπάρχουν μόνο οι ανθρώπινες ψυχές, αλλά και των «κρειττόνων γενῶν», δηλαδή οι θεοί, οι άγγελοι, οι αρχάγγελοι, οι δαίμονες, οι άρχοντες και οι ήρωες. Οι ψυχές όλων αυτών των όντων κινούνται σε ένα διαμεσολαβητικό διάστημα ανάμεσα στον εγκόσμιο και υπερκόσμιο χώρο. Το μεταφυσικό σύστημα του Ιαμβλίχου, το οποίο αντικατοπτρίζει το αστρικό κοσμοείδωλο του, είναι μία μετάλλαξη της διαβάθμισης των γενών και των ειδών, όπως π.χ. την περιέγραψε ο Πλάτων. Επίσης, όπως στον Πλωτίνο στο βαθμό που ανέρχονται οι ψυχές ως προς την τάξη, αυξάνει η οντολογική αξία τους και η ποιότητά τους. Όταν αντίθετα μία ψυχή κατέρχεται σε αυτή την κλίμακα των γενών χάνει σταδιακά ως προς την ουσία της ή, για να ακριβολογήσουμε, ως προς τη συμμετοχή της στο κατ’ ουσία Αγαθό, που αποτελεί τον δεύτερο θεό στην Ιαμβλίχεια ιεράρχηση. Τούτο συμβαίνει, διότι ο πρωταρχικός θεός ή το Έν ή το Αγαθό παραμένει, όπως και για τον Πλωτίνο, επέκεινα ουσίας. Το κατ’ ουσία Αγαθό αποτελεί τον ενοποιητικό και συνεκτικό οντολογικό σύνδεσμο ανώτερων και κατώτερων γενών. Η ψυχή για αυτά τα ταξίδια της χρησιμοποιεί ένα «όχημα» ή «αστρικό σώμα». Συνέπεια αυτής της βαθμιδωτής οντολογίας είναι ότι η σχέση της ψυχής με το όχημα της περιορίζεται, όσο λιγότερο συμμετέχει η ψυχή στο Έν.

Όλοι οι νεοπλατωνικοί είναι συνεπείς ως προς αυτήν την οντολογική ιεραρχία. Η κάθοδος στην ύλη σηματοδοτεί τη μείωση ως προς την ουσία, ενώ η επάνοδος στον υπερουράνιο κόσμο, πέρα ακόμη από τους ορατούς θεούς μέχρι τους αόρατους, οδηγεί στην πλήρη «αϋλοποίηση» της ψυχής και την μεγαλύτερη συμμετοχή της στην αγαθότητα. Ο μόνος τρόπος για την ανοδική πορεία είναι για την ψυχή οι καθαρτικές διεργασίες.

Ας σημειωθεί ότι για τους αρχαίους και ιδιαίτερα για τους Νεοπλατωνικούς οι πλανήτες είναι θεοί, άρα έμψυχα όντα. Ο Πλωτίνος δεν πιστεύει ότι οι «αστροθεοί» επηρεάζουν απαραίτητα τους θνητούς ανθρώπους, εφόσον αυτοί οι τελευταίοι είναι υπεύθυνα πλάσματα [4]. Η γνώμη του για την αστρολογία είναι πως αποτελεί μία απλή οιωνοσκοπία. Η επίδραση των άστρων αφορά μόνο στο κατώτερο σωματικό μέρος των ανθρώπων και όχι τον ανώτερο εαυτό, που προσηλώνεται στο Αγαθό[5].

Το αχανές πεδίο του διαστήματος, μέσα ακόμη και από την εικόνα του που ίσχυε στην εποχή του Πλωτίνου [6], προκαλεί τον τρόμο και για τούτο η ψυχή είναι ανάγκη να ενσωματωθεί, να καλυφθεί και να αποκτήσει ένα «αστρικό σώμα» ή ένα «όχημα» ή ένα «σκάφος» πριν κατέλθει στα γήινα σώματα. Για την άνοδό της, επίσης, η ψυχή έχει ανάγκη από ένα παρόμοιο περίβλημα. Είναι άραγε η ένωσή της με την υπέρτατη αρχή μία πράξη απελευθέρωσης, τόσο από το γήινο, όσο και από το αστρικό σώμα; Είναι την αληθινή ζωή την οποία έρχεται να συναντήσει η ψυχή ταξιδεύοντας στο διάστημα ή την εξαφάνιση σε μία απέραντη κοσμική χοάνη; Ό,τι και εάν ισχύει, παραμένει σαφές ότι με τη θεωρία του οχήματος προδιαγράφηκε η έντονη λαχτάρα του ανθρώπου να στραφεί προς τα άστρα, ακολουθώντας το εσωτερικό και εξωτερικό του πεπρωμένο.

Παραπομπές - Σημειώσεις

[1] Η περισσότερο έγκυρη έκδοση των Ἐννεάδων του Πλωτίνου είναι Plotini, Opera, Ed. P. Henry and H.-R. Schwyzer, Editio maior, tom. I-III, Paris-Bruxelles-Leiden 1951-1973. Συντομευμένη έκδοσή της είναι η Plotini, Opera, Ed. P. Henry and H.-R. Schwyzer, Editio minor, tom. I-III, Oxford Classical Texts, Oxford 1964-1982. Το ίδιο κείμενο με αγγλική μετάφραση περιέχεται στο έργο: Plotinus, Enneads, Text with English translation by A.H. Armstrong, vol. I-VII, Harvard University Press, Cambridge, Massachusetts/ William Heineman Ltd, Loeb Classical Library, London 1966-1988

[2] Ἐννεάδες ΙV.3.26.

[3] Πρόκλος, Εἰς Τίμαιον 5. 237, Commentaire sur le Timée. Tom. 1-5, Traduction et notes par A. –J.Festugière, Bibliothèque des textes Philosophiques, J. Vrin, Paris 1966-1968

[4] Ἐννεάδες ΙΙΙ.3. Το θέμα της επιρροής της αστρολογίας στους ανθρώπους το εξετάζει ο Πλωτίνος στη πραγματεία ΙΙ.3 (Περὶ τοῦ εἰ ποιεί τὰ ἄστρα). Τα άστρα δεν είναι κακοποιοί δυνάστες, αλλά συνεργοί στην υπέροχη ευταξία του σύμπαντος. Η κίνηση τους δεν γίνεται αυθαίρετα αλλά εξαρτάται από την ενέργεια και εκδήλωση της ψυχής του κόσμου. (Πλωτίνου, Εννεάς Δευτέρα. Αρχαίο Κείμενο, Μετάφραση, Σχόλια Παύλος Καλλιγάς, Κέντρον Εκδόσεως Έργων Ελλήνων Συγγραφέων, Ακαδημία Αθηνών, Βιβλιοθήκη Α. Μανούση, Αθήναι 1997, σ. 226).

[5] Ἐννεάδες VI.8.7.1-2. Καθώς η επίδραση των άστρων δεν αφορά το ανώτερο τμήμα της ψυχής του ανθρώπου, τούτο σημαίνει ότι αυτός είναι προετοιμασμένος για την άνοδο δια μέσου των υποστάσεων έως την αρχή των πάντων, το Εν. Αντίθετα, κατά τον Πρόκλο, είναι ολόκληρη η ψυχή που καταπίπτει στον κόσμο των σωμάτων. (Πρόκλου, Στοιχείωσις Θεολογική, Εισαγωγή E.R. Dodds, Μετάφραση Ιγνάτιος Σακαλής, Εκδ. Πολύτυπο, χ.τ., 1982, σ. 255). Αυτό δεν συμβαίνει λόγω της απαισιοδοξίας του, αλλά διότι η ψυχή οφείλει να χρησιμοποιήσει όλες τις δυνάμεις της ώστε να ανέλθει και πάλι δια μέσου της αστρικής οδού στο νοητό βασίλειο. Άρα αποδίδεται στον άνθρωπο μεγαλύτερο μέρος ευθύνης και ελευθερίας σε σχέση με τον προγενέστερο Νεοπλατωνισμό του Πλωτίνου.

[6] E.R. Dodds, Εθνικοί και Χριστιανοί σε μία εποχή αγωνίας. Όψεις της θρησκευτικής εμπειρίας από τον Μάρκο Αυρήλιο ως τον Μ. Κωνσταντίνο. Μτφρ. Κ. Αντύπας, Εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1995, σ. 27

16 Δεκεμβρίου 2009

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΙΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΙΚΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ


Η ίδια η φύση της υπέρτατης πραγματικότητας οδήγησε στην έντονα αποφατική θεολογία του Διονυσίου Αρεοπαγίτη κατά τον 5ον αι. μ.Χ. Ο συγγραφέας που έγραψε με αυτό το όνομα, και στην πραγματικότητα μας είναι άγνωστος, υποστηρίζει πρώτιστα την θέση περί της ενoποιητικής λειτουργίας του Αγαθού, που ως υπερενωμένη ενάδα συνέχει το παν, μεταδίδοντας και σκορπώντας τις ευεργετικές του ενέργειες. Η αίσθηση του απολύτως Έτερου τον οδήγησε να χρησιμοποιήσει πλήθος από αρνητικές θεωνυμίες που να αποδίδουν και να προδίδουν τον απρόσιτο χαρακτήρα της πρώτης αρχής. Η φιλοδοξία του υπερβαίνει όμως την άρθρωση και διάρθρωση λόγου με βάση την νεοπλατωνική επιρροή της γλωσσικής παρακαταθήκης αρνήσεων και αποφάσεων. Μέσα από αυτές σκοπεύει να συστήσει ένα γόνιμο θεολογικό αγνωστικισμό που να στηρίζει το Εκκλησιαστικό σώμα και ο οποίος να προέρχεται από τη γνησιότητα και πρωτοτυπία θέσεων δογματικά έγκυρων. Προεκτείνοντας το Πλωτινικό άπειρο και αντιφατικές, αλλά συμπληρωματικές έννοιες, όπως η Πρόκλεια αμέθεκτη μετοχή, υπερθεματίζει ως προς την αυτόματη γένεση δια της υπερούσιας ακτινοβολίας του Ενός, η εντός του οποίου στάση συνιστά τη μυστική ένωση. Η ιδέα της απόλυτης διάχυσης της αγαθοεργούς ενέργειας επιβεβαιώνεται από την θεώρηση του κακού ως στερημένου οντολογικής ανεξαρτησίας. Ωστόσο, παρά τη γραμμική χριστιανική και ιουδαϊκή αντίληψη για τον κόσμο, υιοθετείται εν μέρει ο Νεοπλατωνικός κύκλος, επιβεβαιωμένος από την ίδια την θρησκευτική πρακτική. Όμως η μυστηριακή και εκκλησιαστική επανάληψη των παθών και της ανάστασης του Σωτήρα Χριστού που θεωρείται ως λογική του αΐδιου κύκλου ευθυγραμμίζεται δυναμικά, τελειωτικά και εσχατολογικά «διά ταγαθόν, εκ ταγαθού και εν ταγαθώ και εις αγαθόν».

          Σε αυτήν την οντολογία, το Υπέρτατο, αν και απόλυτα έτερον, εμπεριέχει το παν. Δια της αμφισβήτησης της υπόστασης του κακού γίνεται προσπάθεια να εδραιωθεί απόλυτα η παντοδυναμία και παντογνωσία Του. Ωστόσο, απώτερος στόχος παραμένει η άμεση και από του νυν βίωση της υπέρβασης όλων. Για να προσεγγιστεί ακριβώς το απροσέγγιστο της πρώτης αρχής γίνεται χρήση της άρνησης, της απόφασης και των υπερθετικών όρων. Στην κατασκευή, ωστόσο, αυτού του οικοδομήματος, υπάρχουν τόσα κενά στη δόμηση και παγίδες, ώστε αυτό μοιάζει σαν να αιωρείται. Όντας αδύνατο να εκφράσει την παράλογη μυστική ζέση νεοπλατωνικής έμπνευσης, έτσι ώστε αυτή να μεταδίδει χωρίς διαμεσολάβηση τα συναισθήματα που τη στηρίζουν, προσπαθεί να περιγράψει με ειλικρινή προσήλωση, την κίνηση της ψυχής προς τη μοναδική της ελπίδα. Ο έλλογος χαρακτήρας, αν και υπάρχει στον τρόπο συγκρότησης των διανοημάτων, κάθε προσπάθεια να κυριαρχήσει υπονομεύεται. Θα ήταν άραγε ιεροσυλία να προσάψουμε σε αυτή την εναέρια κατασκευή την χρήση ενός λόγου που θέτει υπό τας όψεις μας ακριβώς το λογικό μέρος του, ώστε να πάψουμε να υποψιαζόμαστε την έντονη χρήση του άλογου; Αν και το αντίστροφο φαίνεται εξίσου εύλογο: παρασυρόμενοι από τη γοητεία ενός νεοπλατωνικού εξωτικού λεξιλογίου λησμονούμε ολωσδιόλου τη συγκροτημένη και "προσγειωμένη" συλλογιστική, υποχωρώντας στην ενθουσιώδη αποδοχή μίας πρόσκλησης να βαδίσουμε σε άγνωστους, αλλά προαιώνια οικείους τόπους.

10 Δεκεμβρίου 2009

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ



Γεώργιος Λέκκας: Πλωτίνος. Προς μία οντολογία του τρόπου (επιστημονική επιμέλεια: Γ. Ξανθάκη-Καραμάνου). Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση 2009 (σειρά: «Αρχαία Ελληνική Γραμματεία – Μελέτες»), 134 σ.

Δεδομένης της σπάνης αξιόλογων μελετών στην ελληνική γλώσσα για τον φιλόσοφο Πλωτίνο, οποιαδήποτε συμβολή στη σπουδή του έργου του αποτελεί ευχάριστο γεγονός. Εάν μάλιστα τυγχάνει η μελέτη να προσφέρει και να ανοίγει νέες οπτικές στην κατανόηση του πολυσύνθετου κειμένου των Εννεάδων, τότε είναι εξαιρετικά ευπρόσδεκτη. Σε αυτές τις κατηγορίες τοποθετείται το έργο του Γεωργίου Λέκκα, Πλωτίνος. Προς μία Οντολογία του Τρόπου, αποτελούμενο από τέσσερα κεφάλαια και δύο παραρτήματα. Πρόκειται για μελέτες που έχουν από τη μία νοηματική και ερμηνευτική αυτοτέλεια, ενώ από την άλλη συγκροτούν ένα ενιαίο σύνολο με συνισταμένη αρχή τη διερεύνηση των πλωτινικών υποστάσεων Ενός-Νου-Ψυχής. Σε κάθε κεφάλαιο καταβάλλεται προσπάθεια να εξηγηθούν έννοιες και να λυθούν μια σειρά από αντιφάσεις οι οποίες παρουσιάζονται στις σχέσεις των υποστάσεων μεταξύ τους. Συζήτηση και κριτικό σχολιασμό του έργου του Λέκκα μπορεί κανείς να δει εδώ.